27 Μαΐου εορτάζεται η μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ρώσσου του νέου Ομολογητού
Πατρίδα του η Ν. Ρωσσία (Ουκρανία)
Πιθανότερη χρονολογία της γέννησης του είναι το έτος 1690 και αυτό γιατί στους πολέμους που άρχισαν το 1711 και τελείωσαν το 1718 είναι στρατιώτης του Τσαρικού στρατού του Μεγάλου Πέτρου της Ρωσίας. Τα Τουρκικά στρατεύματα ήσαν ακατάβλητα, βάδιζαν από νίκη σε νίκη, είχαν σπείρει το τρόμο σε όλα τα έθνη. Στρατιώτης ο Ιωάννης μάχεται για να υπερασπιστεί την πατρίδα του τη Ρωσία. Γαλουχημένος με τα νάματα της Ορθοδοξίας από Χριστιανούς γονείς τον συγκλονίζει η φρίκη του πολέμου, τα χιλιάδες παλληκάρια, γυναικόπαιδα, γέροι που κείτονται νεκροί στο πέρασμα της λαίλαπας, της πολεμικής μανίας των εχθρών.
Αιχμάλωτος πολέμου
Στις μάχες για την ανακατάληψη του Αζώφ με πολλούς άλλους συμπατριώτες του αιχμαλωτίζεται από ένα Τούρκο αξιωματικό και οδηγείται στην Κων/πολη. Από εκεί τον έστειλαν στο Προκόπιο της Καππαδοκίας Μ. Ασίας στο σπίτι ενός πλούσιου Αγά ο οποίος ήταν αξιωματικός του Τουρκικού στρατού. Αυτός τον έβαλε στο στάβλο ο οποίος ήταν μέσα σε βράχο κάτω από το σπίτι του να προσέχει τα ζώα. Ο Ιωάννης τα περιποιόταν, τα φρόντιζε και εκείνα όταν βρίσκονταν κοντά του ήταν ήρεμα και έτρωγαν από το χέρι του, κοιμόταν μαζί τους σε μία εσοχή του βράχου (η οποία υπάρχει μέχρις σήμερα).
Βασανίζεται να αρνηθεί τον Χριστό
Καταδικασμένος στην περιφρόνηση και το μίσος των Τούρκων είναι ο «κιαφίρ», ο άπιστοs που του αξίζουν σκληρά βασανιστήρια. Υπομένει τα πάντα με καρτερία και γενναιότητα. Λάμπει ο αδαμάντινος χριστιανικός του χαρακτήρας και ο εσωτερικός του κόσμος ο οποίος από τα παιδικά του χρόνια είναι δοσμένος στο Χριστό. Στα μαρτύριά του απαντά με τα λόγια του Απ. Παύλου «ποιος μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μου».
Δέχεται ο Ιωάννης τα μαρτύριά του με προσευχές, νηστείες, αγρυπνίες σε τέτοιο βαθμό που δαμάστηκε η θηριωδία των Τούρκων οι οποίοι τον ονομάζουν «Βελή» Άγιο. Απέναντι από το στάβλο που έμενε υπήρχε και υπάρχει ακόμη (ένας κωνοειδής βράχος) όπου προσευχόταν και κοινωνούσε τ’ άχραντα Μυστήρια. Ένα περιστατικό ήταν και το (πρώτο του θαύμα) το οποίο σταμάτησε το μίσος των βασανιστών του, πολλοί Τούρκοι πίστεψαν στην Αγιοσύνη του καθώς και ο Αγάς. Κάποια εποχή που ο Τούρκος Αγάς είχε φύγει με στρατό σε μία από τις μάχες ένα πρωινό, ο Όσιος βλέπει την γυναίκα του Πασά πολύ στενοχωρημένη και προσπαθεί να μάθει το λόγο. Εκείνη του λέει πως είδε στον ύπνο της τον άντρα της και έλεγε: Ας είχα ένα πιάτο ζεστό πλιγούρι εδώ που βρίσκομαι.
Ο Ιωάννης αφού την άκουσε της είπε: Φτιάξε το φαγητό εσύ κυρά και θα φτάσει στον αφέντη.
-Πως είναι δυνατόν; τον ρωτά η γυναίκα του Πασά.
-Εσύ ετοίμασέ το και εγώ θα το πάω. Έτσι και έγινε, βγαίνοντας ο Πασάς από την σκηνή του την άλλη μέρα βρήκε το χάλκινο πιάτο -το οποίο είχε και το μονόγραμμά του -με το φαγητό.
Επιστρέφοντας ο Αγάς στο σπίτι μετά την εκστρατεία του, έφερε και το πιάτο, η γυναίκα του εξήγησε τι είχε συμβεί και πως το φαγητό έφθασε με την δύναμη του Αγίου και την βοήθεια του Θεού από το Προκόπιο της Καππαδοκίας της Μ. Ασίας στα χέρια του. Ο Αγάς κατάλαβε ότι έγινε θαύμα και ότι ο άνθρωπος αυτός είναι διαφορετικός από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Πίστεψε στη δύναμη και την Αγιότητα του και τον κάλεσε να μείνει στο σπίτι του, να σταματήσει να κοιμάται στο στάβλο και να φροντίζει τα ζώα. Ο Ιωάννης δεν δέχτηκε και παρέμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του.
Το τέλος
27 Μαΐου 1730. Σε όλους τους αγώνες του ένα στήριγμα είχε και παρηγοριά στα βασανιστήρια τις προσευχές του στο Θεό και την Θεία Κοινωνία η οποία ήταν η μεγάλη του ξεκούραση και ανάπαυση. Στις 27 Μαΐου ο ιερέας τον κοινώνησε εκεί στο στάβλο για τελευταία φορά. Ο Άγιος Ιωάννης πέρασε στην αιώνια αγαλλίαση και μακαριότητα, μόλις πήρε τ’ Άχραντα Μυστήρια σε ηλικία σαράντα χρόνων.
Ο ενταφιασμός
Οι ιερείς και οι Δημογέροντες Χριστιανοί του Προκοπίου με άδεια τού τότε κυβερνώντος Τούρκου Πασά πήραν το σώμα. Με συγκίνηση και δάκρυα μέσα σε βαθιά κατάνυξη κηδεύεται από Χριστιανούς, Τούρκους, Αρμένιους σαν αφέντης και δεσπότης. Σήκωσαν στον ώμο τους το πολύπαθο σώμα και με θυμιατά και λαμπάδες με μεγάλη ευλάβεια το οδήγησαν στο Χριστιανικό κοιμητήριο, του Τοά Γερή όπου το εναπόθεσαν στη μάνα γη.
Θείο Όραμα
Ο ιερέας που άκουγε τον πόνο του και κάθε Σάββατο τον κοινωνούσε ένα βράδυ, είδε στον ύπνο του τον ΆΓΙΟ ο οποίος του είπε ότι το σώμα του έχει μείνει χάρη του Θεού μέσα στον τάφο ακέραιο, ολόκληρο, αδιάφθορο ,να το βγάλουν και θα είναι μαζί τους ως ευλογία Θεού στους αιώνες. Ο ιερέας διηγήθηκε με δισταγμό το όνειρό του στις αρχές στους Δημογέροντες του Προκοπίου, οι Χριστιανοί άνοιξαν το τάφο και ω του θαύματος! Το σώμα του Αγίου βρέθηκε ακέραιο και μυρωμένο με αυτή τη θεία ευωδία που έχει μέχρις σήμερα. Πήραν το Ιερό λείψανο και το μετέφεραν στο Ναό του Αγ. Γεωργίου δίπλα στο σπίτι που ζούσε όπου αγρυπνούσε ο Όσιος και ήταν η ποιο παλαιά εκκλησία. Αργότερα λόγω της παλαιότητά της μετέφεραν το σκήνωμα στην εκκλησία του Μ. Βασιλείου. Πολύ γρήγορα η φήμη της αγιοσύνης του εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την περιοχή Απ’ όλα τα μέρη της Καππαδοκίας πήγαιναν να τον προσκυνήσουν και περισσότερο στην μνήμη του. Για το σκοπό αυτό σχηματίστηκε ειδική επιτροπή που ζήτησε τη βοήθεια όλων των Προκοπιέων, ώστε να κτίσουν μία εκκλησία στη χάρη του Αγίου. Όλοι δέχτηκαν με προθυμία ,άλλοι έδωσαν χρήματα και όλοι οι κάτοικοι γυναίκες άντρες και παιδιά την προσωπική τους εργασία. Δυστυχώς όμως πριν την αποπεράτωση τα οικονομικά εξαντλήθηκαν και η ανέγερση του ναού σταμάτησε. Οι Χριστιανοί περνούσαν μπροστά από την εκκλησία έκαναν το σταυρό τους και έφευγαν λυπημένοι. Αυτό κράτησε πέντε χρόνια, οπότε έγινε το θαύμα. Οι μοναχοί της Ρωσικής Ιεράς Μονής του Αγ. Παντελεήμονος πληροφορήθηκαν ότι κάποιος συμπατριώτης και ομοεθνής τους άγιασε στο Προκόπι ,έστειλαν δύο καλόγερους να τον προσκυνήσουν, και να ζητήσουν ένα κομμάτι από το ιερό σώμα του και συγκεκριμένα το ένα χέρι του, για να το έχουν σαν θησαυρό στο μοναστήρι τους έναντι γενναίου βοηθήματος. Οι Προκοπιείς χωρίστηκαν σε δύο, άλλοι δέχτηκαν και άλλοι όχι, μετά από πολλές συζητήσεις δέχτηκαν όλοι την προσφορά γιατί έτσι θα μπορούσε να τελειώσει η εκκλησία του Αγίου όπως και έγινε, εκεί τοποθέτησαν το σώμα του Αγίου. Σε μία εσωτερική διαμάχη, απεσταλμένος του Σουλτάνου Οσμάν Πασάς καίει το ιερό λείψανο προς εκδίκηση των Χριστιανών. Το Ιερό σώμα οι Τούρκοι το είδαν να παίρνει κίνηση μέσα στη φωτιά. Έντρομοι εγκαταλείπουν το έργο τους και φεύγουν. Μετά την αποχώρησή τους οι Χριστιανοί μέσα στις στάχτες βρήκαν ολόκληρο το ιερό σώμα μυρωμένο, αλλά μαυρισμένο από την φωτιά.
Τον τιμά όλη η Καππαδοκία
Ο Άγιος έζησε με εγκράτεια, αγνότητα, νηστεία και προσευχή δόξασε το Θεό ανάμεσα σε Χριστιανούς και αλλόπιστους και ο Θεός του απάντησε δοξάζοντάς τον στον ουρανό και στη γη. Μπροστά από την Λάρνακα που είναι το Άγιο του σώμα περνούν και θεραπεύονται Έλληνες, Τούρκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι και όποιοι άλλοι πίστευαν σε αυτόν.
Μεταφορά του Ιερού Λειψάνου στην Ελλάδα
Η συμπαιγνία των Μεγάλων δυνάμεων και τα λάθη των Ελλήνων έγιναν αιτία το 1922 να ξεκληριστούν οι Έλληνες στην καταστροφή της Σμύρνης. Τον επόμενο χρόνο το 1923 υπογράφεται η Συνθήκη της Λωζάννης για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας. Οι Καππαδόκες αναγκάστηκαν να φύγουν αφήνοντας πίσω τους ολόκληρη τη ζωή τους και όχι μόνο. Αυτά που δεν άφησαν ήταν τα ιερά λείψανα των Αγίων, τις εικόνες και τα κειμήλια από τις οικίες και τις εκκλησίες τους. Οι Προκοπιείς φεύγοντας θέλησαν να πάρουν μαζί τους και το σκήνωμα του Αγίου. Οι Τούρκοι μαθαίνοντας για την ανταλλαγή πρόλαβαν και κλείδωσαν όλες τις εκκλησίες ενώ έβαλαν ανθρώπους να τις φυλάνε, οι Προκοπιείς έπρεπε να βρουν τρόπο να πάρουν το σκήνωμα.
Κάποιος πατριώτης Προκοπιανός, σιδεράς στο επάγγελμα που είχε δουλέψει στην εκκλησία γνώριζε μία πόρτα πλαϊνή την οποία είχε φτιάξει εκείνος και ένα βράδυ μαζί με άλλους πατριώτες, πήραν το σκήνωμα του Αγίου το τύλιξαν σ’ ένα χαλί το έβαλαν σε μία λάρνακα και από πάνω έβαλαν βιβλία παλιά (έτσι τον πέρασαν και μπροστά από τους Τούρκους όταν μπήκαν στο καράβι και ξεκίνησαν για το δύσκολο ταξίδι). Από το Προκόπι με πολλές ταλαιπωρίες έφθασαν στην Μερσίνα, εκεί έφθασαν όλοι οι Καππαδόκες όπου επιβιβάσθηκαν σε πλοία σ’ ένα από αυτά στο Βασίλειος Δεστούνης μπήκαν Προκοπιείς και αυτοί που μετέφεραν τον Άγιο, τον οποίο τοποθέτησαν στο αμπάρι του πλοίου χωρίς να γνωρίζει τίποτα κανένας. Το πλοίο ξεκινά για την Ελλάδα με θάλασσα ήρεμη, στη μέση της διαδρομής το πλοίο σταματά χωρίς να υπάρχει καμία αιτία, όλοι αναρωτιούνται τι συμβαίνει, ο καπετάνιος καλεί τους Δημογέροντες και μαθαίνει πως στο αμπάρι του πλοίου έχουν βάλει με την λάρνακα τον Άγιο την ανοίγουν την και βλέπουν ότι Άγιος είχε γυρίσει μπρούμυτα, τον ανεβάζουν στο κατάστρωμα κάνουν λειτουργία και το καράβι ξεκινά για το Πειραιά. Ο Άγιος μεταφέρεται σε μια εκκλησία του Πειραιά και αργότερα στη Χαλκίδα. Όταν οι Προκοπιείς εγκαταστάθηκαν στο Προκόπιο της Εύβοιας (από τους οποίους πήρε και τ’ όνομά του, παλαιά ονομαζόταν Αχμέταγα από ένα Τούρκο Αγά που είχε ολόκληρη την περιοχή),εκεί, οι Προκοπιείς έκτισαν εκκλησία αφιερωμένη στο όνομα του Αγίου το 1930 (πιστό αντίγραφο της εκκλησίας του Προκοπίου Καππαδοκίας) και αφού τελείωσε μετέφεραν εκεί το Ιερό Λείψανο όπου βρίσκεται και σήμερα δίνοντας ανακούφιση, παρηγοριά και βοήθεια σε όσους την χρειάζονται.
Απολυτίκιο του Αγίου
Εκ γης ο καλέσας σε προς ουρανίους μονάς τηρεί και μετά θάνατον αδιαλώβητον το σκήνον σου Όσιε. Συ γαρ εν τη Ασία ως αιχμάλωτος ήχθης και ωεικειώθης τω Χριστώ Ιωάννη. Αυτόν ουν ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Παπαρίδου- Καπετανίδου Βάσω
Τέως πρόεδρος του Σωματείου Προκοπιέων Καππαδοκίας Μ Ασίας Αθηνών.
Πηγή: mikrasiatis.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου